Μικρό άστεγο εκούρνιασε
Τα μάτια να σφαλίσει μες τη θύελλα
Τη ζεστασιά να νιώσει μες τη μοναξιά
Πουλί μικρής διάστασης να ξεχάσει πως ήταν
Οι μεγάλοι κι οι τύραννοι τον καταδίκασαν
Για γνώμες φιλελεύθερες που εξέφραζε στη σιωπή
Μόνο, ματωμένο και ατίθασο δεν του επέτρεψαν να μείνει
Γιατί μες το μικρό κλοιό τα όνειρα του δεν εχώρεσαν
Να φονεύσει το πνεύμα του δοκίμασε
Να γευτεί σαρκικές χαρές προσπάθησε
Μα ακόμα δε μπορεί να αποβάλλει τους φασιστικούς εφιάλτες
Και όλο του παρελθόν Ερινύες τον εξουσιάζουν
Όλα τα σκοτάδια του αγάπησε
Και τα τέρατα έχουν γίνει καλύτεροι του φίλοι
Μαδημένες μαργαρίτες με το αίμα του επότισε
Και με χυδαίο τρόπο γδέρνει τα άσπρα του τα χείλη
Σαν πηγάδι οι κόρες του εστέρεψαν
Και τα μαντάτα της κηδείας του τον χαροποίησαν
Αφού μες το γλυκό θάνατο τα αργύρια του τον έδωσαν
Για τα κόκκινα καζάνια που ήξερε πως θα τον έκλαιγαν
Ποιος λυπήθηκε για τους μικρούς ντροπαλούς του Κάτω Κόσμου
Με τις μεγάλες ιδέες τους και τα λίγα λόγια τους
Για τις πρόσκαιρες πράξεις τους και τα φοβισμένα φτερά τους
Που τους τα κλέψανε τα ψέματα της αθλιότητας, του ανθρώπινου Κόσμου;
~Για τον φοιτητή...~
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου