Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Deseo



Sólo tu corazón caliente,
y nada más.

Mi paraíso un campo
sin ruiseñor
ni liras,
con un río discreto
y una fuentecilla.

Sin la espuela del viento
sobre la fronda,
ni la estrella que quiere
ser hoja.

Una enorme luz
que fuera
luciérnaga
de otra,
en un campo
de miradas rotas.

Un reposo claro
y allí nuestros besos,
lunares sonoros
del eco,
se abrirían muy lejos.

Y tu corazón caliente,
nada más.


Federico García Lorca




Elvis Costello - I want you

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Και τώρα;




Και τώρα;
Σου αρέσει τώρα που χάθηκαμε;
Σου αρέσει που με κυριεύουν μπάλες;
Κάπου μέσα σου ξέρεις πως υπάρχω.
Κάπου μέσα σου ξέρεις πως πονώ.
Κάπου μέσα σου ξέρεις πως υποφέρω.
Το άγαλμα σου στέκει και με κοιτά, αμίλητο, αγέρωχο, σκοτεινό.
Έχω τους τρόπους μου να σε διώχνω. 
Τι να σε κάνω άμαν είσαι φανταστικός; 
Δε μπορώ αλλιώς...

Και τώρα;
Σε ποιές αγκάλες να γύρω τα πυρωμένα δάκρυα μου να χύσω;
Σε ποιού τον ώμο να στηριχθώ όταν η γη με πέρνει κάτω;
Έγινες και εσύ τώρα χώμα...
Όλοι έτσι θα γίνουμε.
Το δικό σου ήρθε πιο νωρίς.
Δεν ήθελα να το δω. 
Το είδα. Δε λύγισα.
Το αντιμετώπισα.
Τώρα πεθαίνω κάθε ξημέρωμα. 
Φλέγομαι τα βράδυα, βογγώ για οξυγόνο.

Και τώρα; 
Τα μαραμένα σου φτερά που να’ναι, τώρα;
Μάτια μου θολά, εξαντλημένα.
Ζεις, εδώ. Μέσα μου.
Σιωπηλά. Δυνατά.

Και τώρα;
Μ’αγαπάς ακόμα;

Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

Μετά...




Εξέφτισα. Μόνη μου. Θέλω τα ούλα.
Τζιαι τζίνον, τζιαι τον άλλον. Τζιαι τους θκιο.
Τζιαι κανένας τους εν έρκεται.
Ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος.
Τζιαι σκέφτουμαι μαλακίες.
Ανοησίες, γαμώτο.
Γιατί μέσα στη νύχτα, παγώνει το γαίμα μου.
Τζιαι σκέφτουμαι την.
Τζιαι μόνο τζίνη υπάρχει.
Μόνο τζίνην αγαπώ πλέον.
Τζιαι μουθκιάζω. Ξέρεις, τζίντο γλυτζί μούθκιασμα.
Τζίντο μούθκιασμα που οδηγεί στον αέναο ύπνο.
Στα παράξενα όνειρα. Τους φρικιαστικούς εφιάλτες.
Τζιαι στα χάπια. Τζιαι στις εξόδους. Τζιαι στα ποτά.
Τζιαι στις εξάρσεις. Τζιαι στις εξαλλότητες.
Τζιαι στα όνλαϊν τσατ. Τα ανούσια τετριμένα.
Τζιαι λαλείς τους, ‘εν είμαι καλά, εξέφτισα’.
Αλλά να μεν το καταλάβει κανένας.
Τζιαι να τον θέλεις να σε αγκαλιάσει.
Τζίνος, ή ο άλλος. Τζιαι να εν δειλοί τζιαι οι θκιο.
Φαντάσματα του μυαλού.
Τζιαι υποπέφτεις. Ας πούμε γιατί;
Για ένα γαμήσι;;;;
Όι. Είπαμε, όι πλέον.
Η καρδιά σου επέθανε.
Εκάμαν σου ψυχο-κτομή/ψυχη-κτομή/ψυχε-κτομή.
Τζιαι στέκεις ακόμα. Το πως μεν με ρωτάς.
Εν το ξέρω γιατί στέκεις ακόμα.
Ενώ τζίνη εν παγωμένη.
Απλά μια δυνατή ανάμνηση.
Τζιαι μυρίζεις την το πρωί.
Τζιαι νιώθεις την το δείλις.
Τζιαι αγαπάς την ακόμα τη νύχτα.
Μες το σκοτάδι. Όταν κανένας εν θωρεί.
Όταν κανένας εν νοιάζεται.
Θέλεις ν φύεις που ούλους, που ούλα.
Θέλεις να τσιριλήσεις. Να τους τσιριλήσεις.
Που εν δειλοί, τζιαι εν παίρνουν ευκαιρίες.
Μαλάκα, γιατί εν τόσο δειλοί;;;;
Εκουράσαν με. Πραγματικά.

Αγαπώ την...

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

A Poem for the Grieving...




Do not stand at my grave and weep.
I am not there, I do not sleep.
I am a thousand winds that blow,
I am the diamond glints on snow.
I am the sunlight on ripened grain,
I am the gentle autumn's rain.
When you awaken in the morning's hush,
I am the swift uplifting rush
of quiet birds in circled flight.
I am the stars that shine at night.
Do not stand at my grave and cry,
I am not there, I did not die...

--Mary Frye--

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Να' σαν όλα αληθινά - ΜΕΡΟΣ ΙΙ























Έλα τώρα, γιατί είσαι έτσι;
Μη γκρινιάζεις. Όλο γκρινιάζεις.
Πως θα προχωρήσουμε όταν γκρινιάζεις τόσο.

Ξάπλωσε εδώ.
Ξεκουράσου λίγο.
Ίσως το χρειάζεσαι. 

Ξέρεις είναι λεπτές οι γραμμές.
Ποιές γραμμές; 
Οι γραμμές της φαντασίας και της πραγματικότητας. 
Είναι όλα ανατρεπτικά. 
Τι είναι αληθινό...τι είναι ψεύτικο.

Ναι, έχεις δίκαιο.
Τον αγάπησα. Σφόδρα.
Αλλά να που δεν ήταν πραγματικότητα.
Ήταν όλα ένα γλυκό ψέμα.
Ξέρεις, απ' αυτά που σε σκοτώνουν. 
Αλλά εσύ τα καλοδέχεσαι έτσι κι' αλλιώς.

Τη μέρα που η ζωή σου αλλάζει
είναι απλά μια μέρα σαν τις άλλες.
Τίποτα το διαφορετικό. 
Ξεκινά σα μια κανονική μέρα.
Τα συντρίμμια στο τέλος όμως σε κάνουν να 
αντιληφθείς ότι τελικά δεν είναι απλά μια μέρα σαν τις άλλες.

Για δες. Ένα σπουργίτι.
Τι τυχερό. Πετάει. Και φεύγει.
Ναι, χαζό. Το ξέρο πως δεν είμαι δέντρο.
Και άμα θέλω και γω μπορώ να φύγω.
Ελευθερία. Αχ, πόσο σε πεθυμάω. 
Μια λέξη. Μια ολόκληρη οδύσσεια.
Πάει, πέταξε το πουλί. Έφυγε. 
Κρίμα...

Τι; Τι να του πω;
Άπαπαπαπα. Δεν είσαι στα καλά σου.
Τι ν' ακούσει από μένα πλέον. 
Λες και θα με δεχτεί.
Λες και τον θέλω. Μπα άστο.
Δεν κάνουν για μας αυτά. 
Εμείς είμαστε σαν τα σύννεφα.
Ακατάδεχτα, αδιάφορα, μόνα. 
Ότι σχήμα και να πάρουμε κανείς δε μας κοιτά.
Πάντα περνούμε απαρατήρητα. 

Τι κι αν πεθυμώ τα λειβάδια.
Σάματις θα τα ξαναδώ. 
Κι' αυτά ήσαν ένα όνειρο.
Σαν κι' εκείνον.


"Όλα όναρ και σκιά...τα πάντα ματαιότης."

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Obsession


Crawling snide motions behind closed doors
Grasping the life out of you
Leaving you with guilt and chaos

Don't do it!
Not tonight, not again.
Refuse this hollow whistle inside you.

The world in there is false and full of terrors
The words are dressed in half-truths
The picture is nothing but an illusion

You believed in this binary reality
That cliff that pushed you to the edge
Now you sob for mega actions in your bed

You are the king of kings
Your kabuki mask is melting down
My poor fool! You fell again.


Now you're alone...

Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Ανάμνηση



Και κάπως έτσι κυλάν οι μέρες
Φεύγει άλλη μια μέρα νεότητας
Ξεθωρίζεις και εσύ μαζί τους

Και να ήθελα να σε κρατήσω
Τώρα πια δε μπορώ
Η εικόνα αλλοιώθηκε

Το γλυκό αίσθημα μέσα μου
Τώρα γέμισε με θλίψη και πικρία
Με μια οδυνηρή γεύση

Έστω κι' αν ξανάρθεις
Ο χρόνος έχει πια χαθεί
Μαζί τους τώρα και' γω.

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Να' σαν όλα αληθινά

Κρύωσες;
Εγώ ξεπάγιασα.
Και σου πα να φέρεις μια κουβέρτα.
Αλλά έμενα ποτέ δε με ακούς.
Έλα τώρα, μη θυμώνεις.
Είναι που σε νοιάζομαι.
Τράβα πιο κει, θα σου κάνω παρέα.

Ξέρεις κάποτε ονειρευόμουν να ταξιδέψω σε μια όαση. Μακρινή. 
Πάντα η εικόνα της έμοιαζε τόσο ουτοπική, τόσο γαλήνια. 
Τι είπες;;; Αφελής;
Χμμμ, ναι ίσως και να έχεις δίκαιο. 
Πάνε τα όνειρα μας. Τα αφήνουμε να κυλούν στο βούρκο.

Πάλι πεινάς;
Μαααα, χθες φάγαμε. 
Τι να σου κάνω κακομοίρη μου. 
Είναι και η πείνα ανθρώπινο κατασκεύασμα.
Και γιατί σε παρακαλώ δε το καταλαβαίνεις αυτό;
Είναι όλα μέρος του μυαλού.
Όσο το εκπαιδεύεις να μην πεινάει, δε θα πεινάει.
Το ίδιο είναι και η αγάπη.
Όταν πεις στο μυαλό σου, πάψε ν' αγαπάς, θα πάψει.
Χαχαχαχα, σίγα μωρέ την δύναμη που έχει η καρδιά.
Ένα όργανο είναι και αυτό.
Ντάξει δε λέω, αλλά το εκπαιδεύεις κι' αυτό.
Σου' πα. Όλα είναι θέμα εκπαίδευσης.

Να πάλι έπεσε ένα αστέρι. 
Κάτσε να κάνω μια ευχή.
Λες να πραγματοποιηθεί;

Ήρθε σπίτι εκείνη την ημέρα. 
Έκανε ψοφόκρυο έξω. Μέσα είχε ζέστη ακόμα. 
Η μαμά μαγείρευε βραστό ρόστο. 
Τέσσερις μήνες πέρασαν για να φάμε τόσο πλούσιο φαΐ.Και κρέας. 
Θυμάμαι σα παιδάκι, ο παππούς μας έφερνε κατσικάκι απ' τη χώρα κάθε Χριστούγεννα. Μετά που έφυγε ο παππούς, πέρασαν 2 χρόνια μέχρι να καταφέρουμε να αγοράσουμε κρέας. 
Ο πατέρας πεινούσε σα λύκος.
Στη δουλειά γινόταν χαμός έλεγε.
Όλοι γιατροί κομπογιανήτες πια. 
Κανένας δε δούλευε για να βοηθήσει πραγματικά.
Όλοι για ένα κομμάτι ψωμί δουλεύαν. 
Ο Σεμπάστιαν έκατσε στη παλιά πολυθρόνα του παππού και κάπνιζε.
Έκανε μήνες να μας επισκεφθεί και ο πατέρας ήθελε να φάει καλά. 
Τι όμορφα που ήταν εκείνο το βράδυ.
Γίναμε οικογένεια και πάλι.

Τι έπαθες τώρα; Τι σε έπιασε, ντε;;
Τώρα να σε πάρω αγκαλιά. 

Αργήσαμε, ξημερώνει πάλι.
Θα μας κηνυγάει ο μπόγιας πάλι.
Λες και είμαστε και εμείς ζώα, σαν κι' αυτούς. 
Κι' εγώ νιώθω πιο ζεστά. 

Λες να φύγουμε;
Μπορεί να βρούμε φαγητό κοντά στο φούρναρη.
Είναι καλός άνθρωπος αυτός.
Δε μας κλωτσάει. 

Για δες.
Τι όμορφη που είναι η αυγή...






(to be continued...)

Τρίτη 7 Μαΐου 2013

Απώλεια



Σκοτείνιασες πάλι 
Οι κόρες των ματιών σου μου το μαρτυρούν 
Πόσο καιρό θα μένει άδεια η αγκαλιά σου...

Μικρή ζωή που μας λείπει 
Δε θέλω το κορμί σου 
Με κουράζουν οι μικρό αστικές συνήθειες σου

Εφιάλτες με τα χείλη σου
Σκορπίζουν ματωμένα φόβο 
Στη σκουριασμένη μου καρδιά 

Σκοτείνιασα και πάλι 
Ηθελα να σε βρω μέσα στο χάος 
Και τώρα που σε βρήκα σε χάνω


Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

Tess


















I loved my Angel
But I married the Devil

Morality was my witchcraft
Immorality my Bible

My sunflower youth deceived me
My wedding bed nailed me

My crime was prayer
For tomorrows never came

The road was paved with guilt
And in the night tears crept in

Humans, what have you done to my soul?
Mother, why did you not warn me at all?

Now torned and withered my lifeless body roams
Its only happiness the eternal journey home

That sweet guillotine which will part me from my Angel
That sweet knife that danced with my Devil.

Now its time to part this ancient place,
For justice was refused unto me for people's sake.

Thus my love for my Angel shall live for ever more,
And my memory with passion shall shame the Devil.


***************************************************************************

















Αγάπησα τον Άγγελο
Μα παντρεύτηκα τον Διάβολο

Η ηθική ήταν το ξόρκι μου
Και η ασυδοσία το Ευαγγέλιο μου

Τα ηλιόλουστα νιάτα μου με εξαπάτησαν
Στο νυφικό κρεβάτι μου με κάρφωσαν

Το εγκλημά μου ήταν η προσευχή
Για τ' αύριο που δεν ήρθαν την αυγή

Ο δρόμος υπήρξε στρωμένος με ενοχή μονάχα
Και τα δάκρυα σαν Ερινύες κοντοζυγιάζουν τα βράδυα.

Αχ άνθρωποι, τι κάνατε στην άμοιρη ψυχή μου,
Αχ Μητέρα, πως μπόρεσες να μη μου πεις κουβέντα πριν να δω τη φυλακή μου;

Τώρα ξεσκισμένο το μαραμένο άψυχο σώμα μου περιπλανιέται στην γη,
Η μόνη του ευτυχία είναι το αιώνιο ταξίδι

Αχ, αυτή η γλυκιά καρμανιόλα που θα με χωρίσει από τον Άγγελο μου
Αχ, αυτό το γλυκό μαχαίρι που χόρεψε με τον Διάβολο μου.

Τώρα ήρθε η ώρα να εγκαταλείψω τον αρχαίο αυτόν τόπο,
Όπου η δικαιοσύνη με περιφρόνησε για το καλό του κόσμου.

Μα και πάλι θα αγαπήσω αιώνια τον Άγγελο μου,
Και θα λησμονήσω με πάθος τον Διάβολο μου.

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

The Pastel Year



The clouds are travelling now
On a journey way afar from me
The song of the morning bird has ceased
Lest my memory would too

There are no longer tears to be shed
For withered skin has melted into ice

It was dark that day
When the clouds bowed to your call
The bench felt so cold
After the cruel goodbye

Now the lemon tree stands alone
The seasons beat it without care
Its smiles grow weary
Not letting go, it won’t let them go

The lesson was hard
The grey skies melted into pastel
And the Angel starts floating again. 

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

The boy who trapped the Copper Sun


He was old enough to know now
He cried long enough to blame himself now
He let his past dictate his decision
He let the wound obliterate any smile

As a boy he was alone
The birds were his friends
The trees were his mentors

As a boy he never spoke too much
No feminine figure intrigued him
But the tyrant female of his house

As a boy he was looking at the stars
Wishing his life would begin
Wishing to be freed from the chains

As a boy he licked his wounds easier
He hopped around like a wild child
Like a ghastly wind at night unnoticed and despaired

He was old enough to let the words come out now
He was broken enough to let go
He let his past decide his present
He did not leave room for a smile

As a man he felt awkward in the crowd
All squirmy and afraid to speak up
Always obeying others’ demands

As a man he cherished to count the coins
Thinking them his freedom
Not letting anyone tore them from him

As a man his need to feel desire
Left him abandoned and betrayed
Left him empty and bitter

As a man he hurt what he loved
That was he pleasure, his revenge
He did not care for feelings, not much

 As a man he did not even smile
But filled his hours with loneliness
And vacuumed the smiles which came his way

He was too old enough now to look back
He was too alone now to find that lost smile
He was too wrong now to forgive...himself

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

Αχ, και να ξέρες...



Σε σκέφτομαι και πάλι
Αχ μοναξιά μου αγαπησιάρικη
Τι θλιβερή που είσαι μες το χαμόγελο σου

Τι θύμησες και πάλι απόψε
Τον ανυπάκουο πόνο 
Να μου καλύπτει το κορμί

Δεν ήρθε πίσω το φάντασμα
Ακούμπησε τα καρφιά του και εξατμίστηκε
Το μικρό θλιβερό εκείνο φάντασμα μου

Σε σκέφτομαι και πάλι
Μικρή μόνη μοναξιά μου
Μόνο ν'ακουγές μια φορά και μένα

Αχ, τι θα έδινα...

~Ευδοκία Βελούδου~