Λύκοι και Πρόβατα
Οι εγωιστές και οι ρυθμιστές παλεύουν το ανθρώπινο μέλλον με βία
Όλο ύλη και ισοτιμία λαχταρά το θνητό τους σώμα
Μα όλα σε μια ατέλειωτη ευθεία ξεδιπλώνονται σα να ναι ποτάμι από αίμα
Και να χουν ξεμείνει έξω από την εκκλησιά μόνο κορμιά πεινασμένα
Τι χάθηκε στο παρελθόν δεν είναι πλέον εδώ
Μόνο η δίψα για πρόοδο και ύλη
Τι να σου κάνει η παρακμασμένη σου καρδία όμως
Πώς να πλησιάσεις την νιρβάνα της ψυχής αφού σε μεγάλωσε η πλαστική ύλη
Τα σκυλιά του δρόμου γαυγίζουν στην δύση της Ανατολής
Τα γατιά της Δύσης αναπαύονται καθώς παραπονιούνται για περισσότερη άνεση
Και οι δυο καταδικασμένοι σε χρωματιστά κελιά
Οι μεν μένουν σε χρυσά κελιά με αλυσίδες σα χρώμα πίσσα
Οι δε πιεσμένοι σε γαλάζια κελιά δεμένοι με άσπρα σχοινιά προορισμένα για την αγχόνη
Ποιανού τα δάκρυα και τα παρακάλια να πιστέψεις
Αφού κι οι δυο μολύνθηκαν από της ύλης τ’ αγαθά
Απαίτηση και κατανάλωση υπάρχει κατά νου
Μα όλα θα θρυμματιστούν στης Ανεξαρτησίας τα πέτρινα πόδια
Δώρα να λάμπουν κάτω από χρωματιστές μπάλες στη γκρίζα Δύση
Καθώς πέτρες ξεχύνονται στα χαντάκια και τα κεφάλια της γαλάζιας Ανατολής
Κάποτε η χώρα ήταν μια πλημμύρα από ηρωισμό κι αγώνα απαράμιλλο
Τώρα έχει γίνει πλέον μια νωθρή και παθητική συνήθεια
Μα δεν αργεί να εκραγεί η οργή της Ανατολής
Και καθώς τα γαλάζια νερά θα πετρώσουν με το αίμα των αθώων
Η Δύση θα μείνει άπρακτη και ναρκωμένη
Γεμάτη με ψεύτικα χρώματα και με μη εμπνευσμένες συνήθειες
Το παιδί έχει τώρα ξεψυχήσει περιτριγυρισμένο από παπαρούνες
Και το γαύγισμα ηχεί στους δρόμους της καταπίεσης και της ανισοτιμίας
Άλλοι αλληλοεπαινούνται με υποκρισία και ασυδοσία ψεύτικής τιμής
Και άλλοι ξεσκίζουν τις σάρκες τους για την «Νέα Γη».
Όλο ύλη και ισοτιμία λαχταρά το θνητό τους σώμα
Μα όλα σε μια ατέλειωτη ευθεία ξεδιπλώνονται σα να ναι ποτάμι από αίμα
Και να χουν ξεμείνει έξω από την εκκλησιά μόνο κορμιά πεινασμένα
Τι χάθηκε στο παρελθόν δεν είναι πλέον εδώ
Μόνο η δίψα για πρόοδο και ύλη
Τι να σου κάνει η παρακμασμένη σου καρδία όμως
Πώς να πλησιάσεις την νιρβάνα της ψυχής αφού σε μεγάλωσε η πλαστική ύλη
Τα σκυλιά του δρόμου γαυγίζουν στην δύση της Ανατολής
Τα γατιά της Δύσης αναπαύονται καθώς παραπονιούνται για περισσότερη άνεση
Και οι δυο καταδικασμένοι σε χρωματιστά κελιά
Οι μεν μένουν σε χρυσά κελιά με αλυσίδες σα χρώμα πίσσα
Οι δε πιεσμένοι σε γαλάζια κελιά δεμένοι με άσπρα σχοινιά προορισμένα για την αγχόνη
Ποιανού τα δάκρυα και τα παρακάλια να πιστέψεις
Αφού κι οι δυο μολύνθηκαν από της ύλης τ’ αγαθά
Απαίτηση και κατανάλωση υπάρχει κατά νου
Μα όλα θα θρυμματιστούν στης Ανεξαρτησίας τα πέτρινα πόδια
Δώρα να λάμπουν κάτω από χρωματιστές μπάλες στη γκρίζα Δύση
Καθώς πέτρες ξεχύνονται στα χαντάκια και τα κεφάλια της γαλάζιας Ανατολής
Κάποτε η χώρα ήταν μια πλημμύρα από ηρωισμό κι αγώνα απαράμιλλο
Τώρα έχει γίνει πλέον μια νωθρή και παθητική συνήθεια
Μα δεν αργεί να εκραγεί η οργή της Ανατολής
Και καθώς τα γαλάζια νερά θα πετρώσουν με το αίμα των αθώων
Η Δύση θα μείνει άπρακτη και ναρκωμένη
Γεμάτη με ψεύτικα χρώματα και με μη εμπνευσμένες συνήθειες
Το παιδί έχει τώρα ξεψυχήσει περιτριγυρισμένο από παπαρούνες
Και το γαύγισμα ηχεί στους δρόμους της καταπίεσης και της ανισοτιμίας
Άλλοι αλληλοεπαινούνται με υποκρισία και ασυδοσία ψεύτικής τιμής
Και άλλοι ξεσκίζουν τις σάρκες τους για την «Νέα Γη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου