Και τώρα;
Σου αρέσει τώρα που χάθηκαμε;
Σου αρέσει που με κυριεύουν μπάλες;
Κάπου μέσα σου ξέρεις πως υπάρχω.
Κάπου μέσα σου ξέρεις πως πονώ.
Κάπου μέσα σου ξέρεις πως υποφέρω.
Το άγαλμα σου στέκει και με κοιτά, αμίλητο, αγέρωχο, σκοτεινό.
Έχω τους τρόπους μου να σε διώχνω.
Τι να σε κάνω άμαν είσαι φανταστικός;
Δε μπορώ αλλιώς...
Και τώρα;
Σε ποιές αγκάλες να γύρω τα πυρωμένα δάκρυα μου να χύσω;
Σε ποιού τον ώμο να στηριχθώ όταν η γη με πέρνει κάτω;
Έγινες και εσύ τώρα χώμα...
Όλοι έτσι θα γίνουμε.
Το δικό σου ήρθε πιο νωρίς.
Δεν ήθελα να το δω.
Το είδα. Δε λύγισα.
Το αντιμετώπισα.
Τώρα πεθαίνω κάθε ξημέρωμα.
Φλέγομαι τα βράδυα, βογγώ για οξυγόνο.
Και τώρα;
Τα μαραμένα σου φτερά που να’ναι, τώρα;
Μάτια μου θολά, εξαντλημένα.
Ζεις, εδώ. Μέσα μου.
Σιωπηλά. Δυνατά.
Και τώρα;
Μ’αγαπάς ακόμα;